Κεφάλαιο 2: Κέιτ Γουέλς

Χρειαζόταν επειγόντως καφέ. Δε θυμόταν πότε είχε κοιμηθεί φυσιολογικά τελευταία φορά, και το φυσιολογικό για εκείνη ήταν περίπου τέσσερις ώρες ύπνου σε οποιοδήποτε στρώμα, όσο άβολο κι αν είναι. Οι τελευταίες υποθέσεις την είχαν εξαντλήσει, ενώ πάντα παρέμενε ανοιχτή εκείνη που είχε σημαδέψει την καριέρα της. Μπορεί το FBI να είχε αναλάβει την έρευνα, όμως δε σκόπευε σε καμία περίπτωση να παραιτηθεί από μία υπόθεση που είχε αναλάβει η ίδια και την είχε σημαδέψει προσωπικά.

Ευτυχώς ο καφές ήρθε, από ποιον άλλο, τον Γουίλ Τουέιν. Ήταν ο νεότερος στο τμήμα, γεμάτος ενθουσιασμό, όρεξη για δουλειά και σπιρτάδα σε κάθε του σκέψη και κίνηση. Τον είχε συμπαθήσει από την πρώτη στιγμή, καθώς της θύμιζε τον εαυτό της στα πρώτα της βήματα. Αυτό που δεν ανεχόταν στον Γουίλ ήταν η επιμονή του σε θέματα που ήξερε ότι δεν μπορούν να έχουν το αίσιο τέλος που ονειρεύεται. Ένα από αυτά τα θέματα, και μάλιστα το πιο δυσάρεστο για την ίδια, ήταν η έλξη που φερόταν να νιώθει για εκείνη ο νεαρός αστυνομικός. Είχε παραδεχτεί στον εαυτό της ότι ο Γουίλ Τουέιν ήταν ένας γοητευτικός άντρας, με την εξωτερική εμφάνιση που μαγνήτιζε πολλές γυναίκες και το πνεύμα που θα μπορούσε να συνεπάρει άλλες τόσες. Παρ’ όλα αυτά, δεν ήταν ο τύπος του άντρα που θα ξυπνούσε αυτό που πριν από αρκετά χρόνια είχε εκπέσει σε λήθαργο.

– Καλημέρα αφεντικό! Ο καφές σου.

Το είχε καθιερώσει να της προσφέρει καφέ το πρωί, και αν του το επέτρεπε το απαιτητικό τους ωράριο την κερνούσε και μεσημεριανό. Τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά πάντα νόστιμο και υγιεινό. Έκανε ό, τι μπορούσε για να κερδίσει τη συμπάθειά της. Ένας καλοπροαίρετος άνθρωπος θα υποστήριζε ότι αυτό περιοριζόταν στην επαγγελματική τους συνύπαρξη, όμως ο Γουίλ Τουέιν δεν είχε παραλείψει να της ζητήσει να βγουν κάποιο βράδυ για φαγητό. Φυσικά είχε αρνηθεί, αλλά ο νεαρός αστυνομικός δε φάνηκε να πτοείται.

– Σ’ ευχαριστώ Γουίλ, αν και δεν ήταν ανάγκη.

Κι όμως ήταν. Είχε περάσει ολόκληρο το βράδυ της στο τμήμα, προσπαθώντας να ανακαλύψει κάποιο στοιχείο που θα ξεδιάλυνε κάπως το ομιχλώδες τοπίο της υπόθεσης που την ταλαιπωρούσε από την αρχή της καριέρας της, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Η κούραση στο πρόσωπό της ήταν εμφανής, γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο από το γαλάζιο διαπεραστικό βλέμμα του αστυνομικού.

– Κοιμήθηκες καθόλου; Φαίνεσαι εξαντλημένη. Οι εγκληματίες δε θα συλληφθούν ευκολότερα με το να βασανίζεις τον εαυτό σου.

Το τελευταίο που χρειαζόταν ήταν υποδείξεις από κάποιον νεότερό της και σαφώς με πιο περιορισμένη πείρα από την ίδια. Βέβαια, ο Γουίλ Τουέιν είχε απόλυτο δίκιο. Δεν είχε νόημα να κυνηγάει φαντάσματα. Το χρωστούσε στον εαυτό της και στους συνεργάτες της να βρίσκεται στην καλύτερη δυνατή φυσική και πνευματική κατάσταση. Βυθίστηκε στην απογοήτευση και το θυμό για την αδυναμία της να συγχρονίσει τις πράξεις της με τη λογική. Ο λόγος ήταν ότι αυτά τα φαντάσματα που κυνηγούσε, ήταν τα φαντάσματα του παρελθόντος της. Ένιωθε την απόκοσμη παρουσία τους κάθε λεπτό, αισθανόταν την πηγαία ανάγκη να τα αντιμετωπίσει.

– Γουίλ, δε χρειάζεται να ανησυχείς για μένα. Κοίτα να κάνεις καλά τη δουλειά σου, και τότε όλοι θα είναι ευχαριστημένοι. Εμπρός, αρκετά καθυστερήσαμε με τις κοινωνικές κουβεντούλες.

Απότομη και ψυχρή όπως πάντα. Έτσι ήταν και δεν είχε καμία διάθεση να αλλάξει. Ίσως γι’ αυτό ήταν πάντα μόνη. Η προσωπική της ζωή ήταν πιο μονότονη και από τις πανομοιότυπες μεταξύ τους σαπουνόπερες που προβάλλονταν στην τηλεόρασή της, πάντα χωρίς αποδέκτη και με μοναδικό σκοπό να προσδίδουν μία υποτυπώδη ζωντάνια στο κατά τ’ άλλα νεκρό διαμέρισμά της. Σε πρώτη ανάγνωση, αυτό ήταν αλλόκοτο για μία κατά κοινή ομολογία όμορφη γυναίκα στα τριάντα πέντε της χρόνια. Δε χρειαζόταν να προσπαθήσει για να αναδείξει τη θηλυκότητά της, όχι πως σε διαφορετική περίπτωση κάτι τέτοιο θα την απασχολούσε. Λιτό μακιγιάζ, σχεδόν αντρικό ντύσιμο και τα μαλλιά της πάντα δεμένα σε κότσο. Ναι, κλασική γυναίκα αστυνομικός που ενδιαφερόταν αποκλειστικά για την καριέρα της. Όποιος παρέβλεπε όλα αυτά τα αποθαρρυντικά στοιχεία προσέκρουε στο πολικό ψύχος του χαρακτήρα της.

– Νομίζεις πως έτσι θα με αποθαρρύνεις; Να ξέρεις, η πρότασή μου ισχύει ακόμα. Ξέρω ένα πολύ καλό ιταλικό εστιατόριο εδώ κοντά. Όλοι μας δικαιούμαστε λίγη χαλάρωση. Το χρωστάς στον εαυτό σου.

Η συζήτηση είχε λήξει στο μυαλό της, γι’ αυτό και η απάντησή της δεν ήταν άλλη παρά ένα αδιάφορο βλέμμα. Έπειτα το έστρεψε στην οθόνη του υπολογιστή της, δήθεν ότι ψάχνει κάτι. Ο Γουίλ, ωστόσο, δεν είχε πει την τελευταία του λέξη. Ήθελε πάντα να έχει τον τελευταίο λόγο, κι αυτό σήμαινε ότι σχολίαζε κάθε της κίνηση, ακόμα και το αδιάφορο βλέμμα με το οποίο τον είχε αφοπλίσει προηγουμένως.

– Μπορείς να με αγνοείς όσο θέλεις, μα στο τέλος δε θα μπορέσεις να αγνοήσεις τις ανάγκες σου. Κι εγώ θα είμαι εκεί για να τις καλύψω.

Επιτέλους κατευθύνθηκε προς το γραφείο του. «Το λέει η καρδούλα του.» σκέφτηκε η ψυχρή ντετέκτιβ. «Αν ήταν δέκα χρόνια μεγαλύτερος, ίσως και να του έδινα μία ευκαιρία.» παραδέχτηκε. Άλλωστε, τους χώριζαν ήδη δώδεκα χρόνια, και δεν είχε ούτε το κουράγιο, αλλά ούτε και την όρεξη να μπλέξει με κάποιον τόσο νεότερό της. Επιστροφή στη δουλειά.

Η δουλειά που είχε αφήσει στη μέση δεν ήταν άλλη από την υπόθεση που είχε φύγει εδώ και μερικούς μήνες από τη δικαιοδοσία της. Από τη στιγμή που ο κατά συρροή δολοφόνος, που επί δύο ολόκληρες δεκαετίες κυκλοφορούσε ελεύθερος, είχε αρχίσει να στρέφει τις βλέψεις του σε πιο επιφανή θύματα, όλα έδειχναν πως η συγκεκριμένη κατάληξη ήταν αναπόφευκτη. Εκείνο ήταν και το χειρότερο διάστημα που είχε διανύσει στην καριέρα της. Αυτό που την εξόργιζε περισσότερο ήταν το γεγονός ότι είχε μοχθήσει όσο κανείς άλλος για να ανελιχθεί στην ιεραρχία της αστυνομίας, με απώτερο σκοπό να αναλάβει τη συγκεκριμένη υπόθεση, που κανείς προκάτοχός της δεν είχε καταφέρει να κλείσει επιτυχώς. Τελικά είχε αποτύχει όπως και αυτοί, με την ειδοποιό διαφορά ότι πλέον την είχε αναλάβει το FBI.

Όπως και να είχε, πίστευε ακράδαντα πως κανείς δεν ήταν καταλληλότερος από την ίδια για τη σύλληψη του αιώνα. Διέθετε στοιχεία που πιθανότατα οι πράκτορες της ομοσπονδίας ούτε να φανταστούν δεν μπορούσαν, και που ασφαλώς δε σκόπευε να μοιραστεί μαζί τους. Είχε πάρει την απόφασή της. Παράλληλα με τις υποθέσεις του τμήματος, θα ασχολούταν και με αυτήν που αποτελούσε το μεγάλο της στοίχημα ως αστυνομικός. Για ακόμα μια φορά, λοιπόν, έπιασε το κουβάρι των γεγονότων και των φόνων από την αρχή. Δυστυχώς, όμως, τη διέκοψε η κλήση στο κινητό της. «Οι υποθέσεις του τμήματος προηγούνται…» σκέφτηκε εκνευρισμένη.

Ο εκνευρισμός της διαλύθηκε αμέσως μόλις άκουσε το λόγο της κατά τ’ άλλα ανεπιθύμητης κλήσης. Ένα πτώμα είχε βρεθεί σε ένα απομακρυσμένο τροχόσπιτο. «Είναι δυνατόν να υπάρχει κάποια σύνδεση;» αναρωτήθηκε καθώς πεταγόταν από την καρέκλα της, σαν να υπήρχε ελατήριο στο κάθισμα. «Όχι, αποκλείεται. Πρέπει να σταματήσω να κυνηγώ φαντάσματα…» υπενθύμισε στην αδύναμη και συναισθηματικά φορτισμένη πλευρά της. Ευτυχώς αυτή η πλευρά σπάνια αναδυόταν στην επιφάνεια, και ποτέ σε κάποια κρίσιμη στιγμή. «Πάντως ένα πτώμα είναι ένα πτώμα.». Τίποτα δεν την ενθουσίαζε περισσότερο από ένα αστυνομικό μυστήριο, από γρίφους που κανείς δεν ήταν σε θέση να επιλύσει και ερχόταν αυτή για να βρει το δολοφόνο. Ίσως, μάλιστα, η επίλυση των γρίφων ήταν πιο σημαντική στις προτεραιότητές της από την απονομή δικαιοσύνης. «Τη δικαιοσύνη την απονέμουν οι δικαστές. Δική μου δουλειά είναι να αποκαλύπτω την αλήθεια και να παραδίδω στην κρίση της δικαστικής αρχής τους υπόπτους.» υποστήριζε πάντα κατά τη διάρκεια της εντυπωσιακής της καριέρας.

Πράγματι, στα τριάντα πέντε της χρόνια είχε σημειώσει επιτυχίες που άλλοι αστυνομικοί δεν προσέγγιζαν ούτε μέχρι να συνταξιοδοτηθούν. Προφανώς αυτός ήταν και ο λόγος που παρά την πρόσφατη αποτυχία της δεν είχε δεχτεί κανένα πλήγμα η περίοπτη θέση της στην ηγεσία του τμήματος ανθρωποκτονιών του Λος Άντζελες. Κανείς στα ανώτερα κλιμάκια της αστυνομίας δεν τολμούσε να αμφισβητήσει το ταλέντο της και τις ικανότητές της, διαπραγματευτικές, διπλωματικές και φυσικά αστυνομικές. Στο τμήμα της όλοι τη σέβονταν και τη θαύμαζαν, ακόμα και όσοι την αντιπαθούσαν, οι οποίοι δεν ήταν και λίγοι. Οι γυναίκες τη ζήλευαν και αισθάνονταν μειονεκτικά απέναντί της, ενώ οι άντρες θύμωναν που δεν μπορούσαν να την προσεγγίσουν ερωτικά.

Τουλάχιστον είχαν την τύχη να τη γνωρίζουν, κάτι που δε θα ίσχυε ποτέ για τον Τζον Φάροου. Αυτή ήταν η ταυτότητα του θύματος στο τροχόσπιτο, το οποίο είχε ήδη περικυκλωθεί από τον αστυνομικό κλοιό. Δε χρειάστηκε παρά να ρίξει μια ματιά στον τόπο του εγκλήματος για να επιβεβαιώσει την πληροφορία που της δόθηκε από τους αστυνομικούς που είχαν καταφτάσει πριν από την ίδια, δηλαδή ότι σίγουρα επρόκειτο για δολοφονία. Το θύμα είχε πυροβοληθεί τέσσερις φορές, ενώ το φονικό όπλο ήταν άφαντο. Η ομάδα επιστημόνων του τμήματος έψαχνε ήδη για αποτυπώματα στο πτώμα και στο χώρο, τα οποία ίσως τους οδηγούσαν στα ίχνη του δολοφόνου.

Ο επικεφαλής αυτής της ομάδας παρουσιάστηκε μπροστά της, έτοιμος να της ανακοινώσει τα πρώτα πορίσματά τους. Επρόκειτο για έναν Άγγλο χημικό μηχανικό – Άρθουρ Τόλενς το όνομά του – ο οποίος είχε αποφοιτήσει με άριστα και έπειτα είχε έρθει στην Αμερική για να δουλέψει στο μεταπτυχιακό του. Ήταν μέλος του τμήματος ανθρωποκτονιών τα τελευταία τέσσερα χρόνια με μεγάλη επιτυχία και είχε ιδιαίτερα καλή επικοινωνία με την υπαρχηγό. Το κοντό ανάστημά του, το αδύνατο έως ασθενικό σκαρί του, τα μεγάλα γυαλιά στο χλομό πρόσωπό του και τα μακριά ατημέλητα μαλλιά του μαρτυρούσαν με μια δόση χιούμορ την ιδιοσυγκρασία του και την ιδιότητά του. Ο Άρθουρ Τόλενς ήταν ιδανικός για αυτήν τη θέση. Τέτοιους ανθρώπους χρειαζόταν στο τμήμα της. Άλλωστε, ένα από τα προτερήματά της ήταν ότι ήξερε να διαλέγει τους σωστούς συνεργάτες.

– Είναι δολοφονία, αυτό δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση. Είναι νεκρός τουλάχιστον δώδεκα ώρες, δηλαδή δολοφονήθηκε αργά το βράδυ. Δε βρήκαμε σημάδια πάλης, οπότε δεν πρόλαβε να αντισταθεί. Προφανώς ο δολοφόνος μπήκε στο τροχόσπιτο και πυροβόλησε από απόσταση, γεγονός που θα επιβεβαιωθεί και από τη βαλλιστική. Αποτυπώματα του δράστη δεν υπάρχουν πουθενά.

Πάντα έλεγε ακριβώς αυτά που ήθελε να ακούσει η ντετέκτιβ. Ουσιαστικός και λιτός στο λόγο του, όπως και η ίδια. Τον ευχαρίστησε και τον αποδέσμευσε, ώστε να επιστρέψει στο πόστο του, και εκείνη να συνεχίσει την αξιολόγηση της προόδου της έρευνας. Χωρίς αποτυπώματα δε θα ήταν και ό, τι πιο εύκολο, όμως είχε αντιμετωπίσει και πιο δύσκολες υποθέσεις στην καριέρα της, με αποκορύφωμα τη μοναδική που δεν είχε καταφέρει να επιλύσει.

Η αποτυχία της αυτή την είχε κάνει ακόμα πιο αυστηρή με τον εαυτό της και τους υφιστάμενούς της. Ήθελε να ελέγχει τα πάντα σε κάθε έρευνα, γι’ αυτό και σκόπευε να μιλήσει και η ίδια με τον άνθρωπο που είχε ανακαλύψει το πτώμα. Πριν ακόμα τον συναντήσει, φαντάστηκε πως επρόκειτο για κάποιον άστεγο, ή για κάποιον κλέφτη, που βλέποντας την παραβιασμένη πόρτα του τροχόσπιτου δε δίστασε να μπει μέσα και να αρπάξει οτιδήποτε του φαινόταν αξιοποιήσιμο. Θα μπορούσε να κάνει λάθος και ο μοναδικός μάρτυρας να είναι στην πραγματικότητα κάποιος συγγενής ή φίλος του θύματος. Όμως το γεγονός ότι το θύμα κατοικούσε σε ένα απομακρυσμένο και έρημο μέρος σαν αυτό, μαρτυρούσε ότι δεν είχε ούτε συγγενείς ούτε φίλους.

Και δεν έπεσε έξω. Ξεχώρισε τον άνθρωπό της από μέτρα μακριά. Ο μοναδικός ρακένδυτος στο οπτικό της πεδίο, με δυο αστυνομικούς να τον επιτηρούν για να μην απομακρυνθεί από τον τόπο του εγκλήματος. Η κατάθεσή του θα μπορούσε να προσφέρει αρκετά σημαντικά στοιχεία, αν και δεν έτρεφε ποτέ τέτοιες ελπίδες η επικεφαλής του τμήματος. Ο ρακοσυλλέκτης είχε βρει το πτώμα αρκετές ώρες μετά τη δολοφονία, οπότε οι πιθανότητες να έχει αντιληφθεί κάποια ύποπτη κίνηση ήταν σχεδόν μηδαμινές. Όπως και να είχε, η διαδικασία που όφειλε να ακολουθήσει ήταν προκαθορισμένη.

– Ντετέκτιβ Γουέλς, επικεφαλής του τμήματος ανθρωποκτονιών του Λος Άντζελες. Χρειάζομαι τη συνεργασία σου.

Είχε σταθεί αγέρωχη μπροστά του και τον είχε καρφώσει με το ψυχρό της βλέμμα. Εκείνος, αν και ψηλότερος και πιο εύσωμος, ζάρωσε στη θέα του διόλου ευκαταφρόνητου αναστήματός της. Όλα αυτά τα χρόνια στη δουλειά της είχε μάθει να κερδίζει όχι μόνο το σεβασμό, μα και το φόβο του αντρικού φύλου. Στο πρόσωπό της ο κανόνας που χαρακτήριζε το θηλυκό φύλο ως ασθενές έβρισκε μια βροντερή εξαίρεση.

– Θα σας πω ό, τι θέλετε. Άλλωστε, εγώ σας κάλεσα.

Δεν είχε άδικο. Μπορεί να φαινόταν ένα κοινό απόβρασμα της κοινωνίας, ίσως ήταν και ναρκομανής ή αλκοολικός, ωστόσο αποδεικνυόταν εξαιρετικά ευγενικός και συνεργάσιμος. Η έμπειρη ντετέκτιβ έκρινε από την εμφάνισή του πως ήταν περίπου σαράντα ετών, πιθανότατα ντόπιος.

– Τι ώρα εντόπισες το πτώμα;

Σίγουρα την επόμενη αντίδρασή του δεν την περίμενε.

– Μισό λεπτό! Δε θα με ρωτήσετε ούτε το όνομά μου, ντετέκτιβ; Μία τόσο όμορφη γυναίκα σαν εσάς το χρωστά στον εαυτό της να γνωρίζει άντρες σαν εμένα.

«Μάλιστα. Αυτό μου έλειπε τώρα.» σκέφτηκε, κάνοντας αγώνα να μην ξεσπάσει στον καημένο άστεγο. Δεν υπήρχε λόγος. Το μόνο που είχε να κάνει ήταν να συμπεριφερθεί ως συνήθως, παγερά και αδιάφορα.

– Αυτά να τα πεις στους αστυνομικούς που θα πάρουν την κατάθεσή σου. Εγώ χρειάζομαι μόνο τις ουσιαστικές πληροφορίες που θα με βοηθήσουν στην έρευνά μου.

Το πολικό ψύχος που τόσο φυσικά εξέπεμπε δεν άφησε το παραμικρό περιθώριο στον παράτολμο άντρα.

– Περνούσα από εδώ κοντά πριν από μία ώρα, όταν και είδα την πόρτα του τροχόσπιτου ανοιχτή. Το θεώρησα περίεργο, οπότε σκέφτηκα να ρίξω μια ματιά. Τότε αντίκρισα τον πυροβολημένο τον κακομοίρη και αμέσως σας κάλεσα. Αυτό είναι όλο.

«Έτσι μπράβο.» σχολίασε μόνο στον εαυτό της η ντετέκτιβ, αφού δεν ήθελε να του δώσει πίσω το θάρρος που μόλις του είχε στερήσει.

– Ξέρω πως είναι απίθανο, αλλά οφείλω να σε ρωτήσω. Αντιλήφθηκες οποιαδήποτε περίεργη κίνηση όσο ήσουν εδώ; Ή μάλλον θα σου το θέσω αλλιώς. Πού ήσουν το βράδυ; Αν ήσουν κοντά, τότε θα πρέπει να άκουσες τους πυροβολισμούς.

Μελετούσε προσεκτικά την έκφραση του προσώπου του σαραντάρη άντρα όσο του μιλούσε, και στη συνέχεια όταν της έδωσε την απάντησή του. Δε φάνηκε να αγχώνεται, ή να κρύβει κάτι.

– Όχι, δεν είδα τίποτα. Ούτε και άκουσα πυροβολισμούς, αφού το βράδυ όπως λέτε δεν ήμουν στην περιοχή.

– Εντάξει, τελείωσα μαζί σου.

Όχι όμως κι εκείνος.

– Περιμένετε! Τώρα που απάντησα στις ερωτήσεις, μπορούμε να συστηθούμε! Λέγομαι…

Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την πρότασή του, καθώς τον διέκοψε με την απότομη φωνή της.

– Δώστε του λίγο φαγητό όταν ολοκληρωθεί η κατάθεση.

Δεν είχε απευθυνθεί καν στον άντρα που είχε εκδηλώσει το ενδιαφέρον του, αλλά στους αστυνομικούς που τον απομάκρυναν από τον τόπο του εγκλήματος. Ό, τι είχε να πει μαζί του, το είχε πει και με το παραπάνω. Αυτό που την ενδιέφερε πλέον ήταν η μελέτη του παρελθόντος του Τζον Φάροου. Αν ήταν τυχερή, το θύμα θα είχε βεβαρημένο ποινικό μητρώο, γεγονός που ίσως αποκάλυπτε πιθανούς εχθρούς που θα τον ήθελαν νεκρό. Άλλωστε, γιατί να μπει κάποιος στον κόπο να σκοτώσει το φτωχό και ηλικιωμένο Φάροου;

Την ίδια ερώτηση διατύπωσε η ενοχλητική δημοσιογράφος που βρέθηκε στο δρόμο της. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης μόλις είχαν καταφτάσει. Κάμερες και μικρόφωνα παντού, σωστή επικοινωνιακή ζούγκλα, για μια αδιάφορη δολοφονία σε ένα αδιάφορο μέρος. «Απ’ ό, τι φαίνεται το αίμα τους ταΐζει, ασχέτως σε ποιον ανήκει.» διαπίστωσε η εκνευρισμένη ντετέκτιβ. Ως επικεφαλής ήταν υπεύθυνη για τη διαχείριση των επικοινωνιακών θεμάτων και δημοσίων σχέσεων του τμήματος. Ο πιο απεχθής ρόλος. Και η συμπεριφορά της σε αυτόν το ρόλο κάτι παραπάνω από ειλικρινής.

– Στη θέση σου δε θα έβαζα αυτό το μικρόφωνο τόσο κοντά μου.

Η σαστισμένη δημοσιογράφος δεν πρόλαβε να απαντήσει, καθώς η αγέρωχη και αυταρχική σε ανάλογες περιπτώσεις γυναίκα απομάκρυνε όλους όσοι δεν είχαν θέση στον τόπο του εγκλήματος. «Άνθρωποι σκοτώνονται κάθε μέρα, παντού, κατά δεκάδες, εκατοντάδες, ακόμα και χιλιάδες. Αθώα παιδιά σε τριτοκοσμικές χώρες, άμαχος πληθυσμός σε εμπόλεμες ζώνες. Ποιος νοιάζεται για τον Φάροου; Και για τον κάθε Φάροου.» σκεφτόταν ρίχνοντας μια τελευταία ματιά στο εσωτερικό του τροχόσπιτου.

Έπειτα επέστρεψε στο τμήμα, όπου με μεγάλη χαρά υποδέχτηκε την αναφορά του Γουίλ Τουέιν, ο οποίος ειδικευόταν σε θέματα που αφορούσαν στην τεχνολογία των υπολογιστών και του διαδικτύου.

– Ο φίλος μας έχει αρκετά βεβαρημένο παρελθόν. Συλλήψεις και κατηγορίες για βιασμούς, παράνομη οπλοκατοχή και διακίνηση ναρκωτικών. Αποφυλακίστηκε πριν από λίγους μήνες. Μπορώ να φανταστώ πως υπάρχουν πολλοί εκεί έξω που θα τρίβουν τα χέρια τους μόλις μάθουν ότι δολοφονήθηκε.

«Και πιθανότατα ένας από αυτούς είναι και ο δολοφόνος.» σκέφτηκε η ντετέκτιβ, που πλέον σχεδίαζε στο μυαλό της τις επόμενες κινήσεις της. Αρχικά, θα συγκέντρωνε τα ονόματα των γυναικών που είχαν βιαστεί από το θύμα. Ένα σοβαρό ενδεχόμενο ήταν η εκδίκηση, και σίγουρα δεν μπορούσε να μην το λάβει υπόψη της. Ένα άλλο εξίσου πιθανό σενάριο ήταν το ξεκαθάρισμα λογαριασμών με κάποιον έμπορο ναρκωτικών ή όπλων. Όπως και να είχε, ο δολοφόνος κυκλοφορούσε ακόμα ελεύθερος και αυτό δε σκόπευε να το επιτρέψει για πολύ ακόμα.

– Ορίστε η λίστα με τα ονόματα που σκοπεύετε να μου ζητήσετε.

Κοίταξε έκπληκτη τον Γουίλ Τουέιν, ο οποίος προφανώς είχε εναρμονιστεί με τον τρόπο σκέψης της και μπορούσε πλέον να φαντάζεται τις κινήσεις και τα λόγια της. «Ο μικρός μαθαίνει γρήγορα.» διαπίστωσε ικανοποιημένη. Αυτό της εξοικονομούσε χρόνο και φαιά ουσία. Πήρε τη λίστα στα χέρια της, χωρίς να τον επιβραβεύσει για την εύστοχη σκέψη του, και της έριξε μια ματιά. Δεν ήταν και λίγα τα ονόματα. Θα έπρεπε να τα ελέγξουν όλα. Όλες αυτές οι γυναίκες θεωρούνταν ύποπτες για το φόνο του Τζον Φάροου, όπως και τα στενά συγγενικά τους πρόσωπα. Αν η συγκεκριμένη έρευνα έφτανε σε αδιέξοδο, τότε θα στρέφονταν στο εναλλακτικό σενάριο, οπότε θα έπρεπε να συναναστραφεί με ανθρώπους του υπόκοσμου. «Η αλήθεια είναι ότι μου έχουν λείψει αυτές οι ενδιαφέρουσες συναντήσεις…» παραδέχτηκε στον εαυτό της, καταβάλλοντας προσπάθεια για να συγκρατήσει ένα πονηρό χαμόγελο που είχε την τάση να εμφανίζεται σε τέτοιες σκέψεις.

– Δεν έχεις να πεις τίποτα; Μια καλή κουβέντα ίσως; Τι πρέπει να κάνω; Να λύσω μόνος μου την υπόθεση;

Για λίγο είχε ξεχάσει την παρουσία του νεαρού αστυνομικού. Είχε δίκιο, άξιζε έναν έπαινο για την καλή δουλειά, όμως η αδιακρισία του του είχε στερήσει το συγκεκριμένο δικαίωμα. Συνεπώς, δε δίστασε να τον προκαλέσει, υπενθυμίζοντάς του ποιος είναι το αφεντικό.

– Δε θα ήταν άσχημο, αν και δεν είσαι έτοιμος για κάτι τέτοιο. Τώρα πήγαινε να εμπλουτίσεις τη λίστα που μου έδωσες με πιο λεπτομερή στοιχεία. Έπειτα θέλω να επισκεφτείτε όλες αυτές τις γυναίκες. Απ’ ό, τι βλέπω είναι περισσότερες από είκοσι, γι’ αυτό μη χρονοτριβείς.

Ο Γουίλ Τουέιν δεν παρέλειψε να πει και πάλι την τελευταία κουβέντα.

– Θα τη λύσω την υπόθεση. Και τότε θα με ανταμείψεις με ένα δείπνο, υπαρχηγέ.

Δεν μπήκε στον κόπο να του απαντήσει. Κάθισε στο γραφείο της, χωρίς καν να τον κοιτάξει. Το όλο θέμα είχε γίνει αρκετά κουραστικό.

– Θα εκλάβω τη σιωπή σου ως ένα πιθανό «ναι». Ώρα για δουλειά λοιπόν!

Αν η ψευδαίσθηση ότι θα δειπνούσε μαζί του τον βοηθούσε να λύσει την υπόθεση, δεν είχε κανένα πρόβλημα να τον αφήσει να ζει με αυτήν. Αυτό θα της χάριζε και τον απαιτούμενο χρόνο ώστε να ασχοληθεί με τη δική της ιδιαίτερη υπόθεση, τη μοναδική που είχε περάσει χωρίς επιτυχία από τα χέρια της. Άνοιξε, λοιπόν, το ανάλογο αρχείο στον υπολογιστή της.

Παρ’ όλα αυτά, είχε λογαριάσει χωρίς την άφιξη δύο εξαιρετικά ενοχλητικών προσώπων. Ακούγοντας τις φωνές τους, δυσκολεύτηκε να μη βλασφημήσει. Καταντούσε εξοργιστικό το γεγονός ότι κάθε φορά που αποφάσιζε να ασχοληθεί με την πολύκροτη υπόθεση προέκυπτε κάτι που τη διέκοπτε.

– Κέιτ Γουέλς, υπάρχουν κάποια πράγματα που θα θέλαμε να συζητήσουμε μαζί σας.

«Δε με προσφωνούν ούτε με τον τίτλο μου! Αλαζονικά καθάρματα του FBI! Θα το χαρώ πολύ όταν συλλάβω το δικό σας καταζητούμενο!». Βέβαια, αυτές ήταν σκέψεις που κρατούσε αποκλειστικά για τον εαυτό της. Σε εκείνους απευθυνόταν πάντα με τον πιο παγερό τόνο στη φωνή της.

– Χαίρετε. Σε τι μπορώ να σας φανώ χρήσιμη;

Επρόκειτο για δύο ψηλούς άχαρους πράκτορες, γύρω στα σαράντα, πάντα ντυμένους στα μαύρα και πάντα με μαύρα γυαλιά, ακόμα και σε κλειστούς χώρους όπως το γραφείο της. Δεν είχε μπει ποτέ στον κόπο να συγκρατήσει τα ονόματά τους, αφού θεωρούσε ότι δεν άξιζαν να καταλαμβάνουν χώρο στη μνήμη της. Δυστυχώς, είχε αναγκαστεί να συνδιαλεχτεί αρκετές φορές μαζί τους στο πρόσφατο παρελθόν. Εκείνοι ήταν, μάλιστα, που της είχαν ανακοινώσει ότι η μεγαλύτερη υπόθεση του αιώνα περνά στη δικαιοδοσία του FBI. Ίσως γι’ αυτό τους αντιπαθούσε σε τόσο μεγάλο βαθμό.

– Θα προτιμούσαμε να μας ακολουθήσετε σε μια από τις εγκαταστάσεις μας.

Η συγκεκριμένη απαίτηση ξεπερνούσε κάθε όριο της ανοχής της. Σηκώθηκε από το κάθισμα του γραφείου της, όχι για να τους ακολουθήσει, αλλά για να ορθώσει το ανάστημά της απέναντί τους την ώρα που θα εξέφραζε τη ρητή της αντίρρηση.

– Εγώ, απεναντίας, θα προτιμούσα να παραμείνω στο χώρο εργασίας μου, καθώς οι υποθέσεις του τμήματος απαιτούν την παρουσία μου.

Η αντίδρασή της δεν άφησε περιθώρια στους γραβατωμένους πράκτορες, οι οποίοι κάθισαν χωρίς καν να ρωτήσουν, ή να τους προσφέρει από μόνη της αυτό το δικαίωμα. Δεν μπόρεσε να μην τους προκαλέσει με το χαρακτηριστικό παγερό κυνισμό της.

– Θα θέλατε να σας προσφέρω κάτι; Ένα δωρεάν μάθημα καλών τρόπων ίσως; Τέλος πάντων, πείτε μου τι γυρεύετε εδώ.

Ο ένας από τους δύο, του οποίου το όνομα θα το θυμόταν αν το θεωρούσε απαραίτητο, πήρε το λόγο.

– Παραβλέπω το ειρωνικό σας σχόλιο, δεσποινίς Γουέλς, και εισάγω στη συζήτηση το θέμα που θα μας απασχολήσει. Έχουμε μία ενδιαφέρουσα πρόταση για εσάς.

Αιφνιδιάστηκε. Σίγουρα δεν περίμενε να ακούσει κάτι τέτοιο, και ακόμα πιο βέβαιο ήταν πως αδυνατούσε να φανταστεί τι είδους πρόταση ήταν αυτή. Επέλεξε να διατηρήσει τη σιωπή της και να περιμένει την εξήγηση του πράκτορα.

– Οι ικανότητες και το ταλέντο σας είναι γνωστά σε όλους. Αυτό που δεν είναι τόσο γνωστό είναι η εκτίμηση του FBI στο πρόσωπό σας. Η πορεία σας στο χώρο…

Δεν είχε καμία διάθεση για κενούς επαίνους και λόγια του αέρα, ειδικά από τους συγκεκριμένους ανθρώπους. Επιπροσθέτως, κατέληξε στο συμπέρασμα πως θα ζητούσαν τη βοήθειά της σε κάτι, πιθανότατα στην υπόθεση που τόσο άκομψα της είχαν στερήσει. Ίσως, μάλιστα, να υποψιάζονταν πως διατηρούσε στοιχεία που δεν είχε αποκαλύψει. Όπως και να είχε, δε σκόπευε να συνεργαστεί μαζί τους ούτε στο ελάχιστο. Την αρνητική της στάση τη φανέρωσε απροκάλυπτα με τα επόμενα λόγια της, διακόπτοντας τον άχαρο πράκτορα.

– Αν όντως το FBI με εκτιμά όσο διατείνεστε, τότε δε θα μου είχε συμπεριφερθεί με τον τρόπο που όλοι μας θυμόμαστε. Το να εμφανίζεστε στο γραφείο μου και να υποκρίνεστε με αυτόν το γλοιώδη τρόπο υπονομεύει την όποια αξιοπιστία σας έχει απομείνει.

«Εντάξει, ίσως το παράκανα.» παραδέχτηκε, μα δεν αισθάνθηκε διόλου άσχημα. Όλα όσα είχε πει την εξέφραζαν απόλυτα, γι’ αυτό και δε μετάνιωνε ούτε στο ελάχιστο. Πάντως, η ψυχραιμία που επέδειξαν οι δύο πράκτορες στη συνέχεια την έθεσε σε σαφώς μειονεκτική θέση στο διάλογό τους. Η αλήθεια είναι ότι περίμενε να απαντήσουν με τον ίδιο τρόπο στην πρόκλησή της, οπότε ένιωσε εντελώς αμήχανα απέναντι στην ηρεμία τους. «Αυτό θα πει κρύο αίμα. Ξεπερνούν ακόμα και εμένα…» διαπίστωσε απογοητευμένη.

– Είναι φυσιολογικό να αισθάνεστε έτσι. Είναι κι αυτό στοιχείο του ταλαντούχου χαρακτήρα σας. Θέλετε να ολοκληρώνετε επιτυχώς κάθε αποστολή που σας ανατίθεται. Επικροτούμε και θαυμάζουμε την επιμονή και την υπομονή σας.

Το λόγο είχε πάρει ο δεύτερος πράκτορας, για να συνεχίσει αυτό που είχε ξεκινήσει ο πρώτος. Η Κέιτ αποφάσισε να μην τους χαρίσει τη χαρά να εξοργιστεί περισσότερο. Επομένως, παρέμεινε σιωπηλή και απολύτως ανέκφραστη στη θέση της, περιμένοντας να ακούσει κάτι ουσιαστικό επιτέλους.

– Θέλουμε να σκεφτείτε προσεκτικά την πρόταση που σας προανέφερε ο συνεργάτης μου. Σας προτείνουμε, λοιπόν, μία θέση στο FBI. Θα χάσετε, βέβαια, το τωρινό ηγετικό σας καθήκον, ωστόσο θα αποκτήσετε την ευκαιρία να δουλέψετε με πιο σύγχρονα μέσα, ικανότερους συνεργάτες, και γιατί όχι να ανελιχθείτε στην ιεραρχία μιας ξεκάθαρα πιο οργανωμένης και σημαντικής ομοσπονδίας. Περιττό να αναφέρω το σαφώς βελτιωμένο μισθό.

Αυτή κι αν ήταν έκπληξη, ίσως η μεγαλύτερη που είχε δεχτεί στην τριάντα πέντε ετών ζωή της. Αν και γενικά ήταν ετοιμόλογη και ουσιαστική στα λόγια της, τούτη τη φορά δεν είχε ιδέα τι έπρεπε να πει, πώς να αντιδράσει. Για την ακρίβεια, δεν ήξερε καν τι να σκεφτεί, πώς να αισθανθεί. Κολακευμένη για την πρόταση, ενθουσιασμένη που της προσφερόταν απλόχερα μία τέτοια ευκαιρία, εξοργισμένη με την τραγική ειρωνεία που βίωνε; Έπρεπε να αισθανθεί τύψεις απέναντι στον εαυτό της και τους τωρινούς συνεργάτες της που έμπαινε στον πειρασμό να μελετήσει την πρόταση; Σε κάθε περίπτωση, πάντως, όφειλε να δώσει μία απάντηση.

– Δεν αστειεύεστε, έτσι; Αλλά όχι, πώς είναι δυνατόν να αστειεύονται δύο τύποι σαν εσάς; Καταρχήν, θα ήθελα να διορθώσω μερικά ατοπήματα στα λόγια σας. Δεν πιστεύω πως οι τωρινοί μου συνεργάτες έχουν να ζηλέψουν κάτι από τους υπαλλήλους της ομοσπονδίας σας. Όσο για το μισθό, θα έπρεπε να έχετε καταλάβει ότι τα χρήματα είναι το τελευταίο πράγμα που με ενδιαφέρει στη ζωή μου.

Επέλεξε τη συγκεκριμένη επιθετική στάση, χωρίς όμως να απορρίψει την πρόταση. Εξάλλου ο πειρασμός δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητος. Όντως δεν την ένοιαζαν τα χρήματα, ούτε και ο αναβαθμισμένος εξοπλισμός. Αυτό που κέντριζε περισσότερο το ενδιαφέρον της ήταν το ενδεχόμενο να αναλάβει ξανά την υπόθεση που είχε χάσει. Αφήνοντας, βέβαια, την τωρινή της θέση στην ηγεσία του τμήματος ανθρωποκτονιών θα έχανε σημαντικό μέρος από το κύρος της, αλλά ούτε κι αυτό την απασχολούσε ιδιαίτερα. Ο βασικός παράγοντας που την ωθούσε να αντισταθεί στον πειρασμό ήταν η πίστη στους συνεργάτες της, όπως και ο εγωισμός της. Άλλωστε, είχε κηρύξει έναν άτυπο πόλεμο στο FBI. Είχε στοιχηματίσει με τον εαυτό της να καταφέρει να λύσει την πολύκροτη υπόθεση εν αγνοία όλων των εμπλεκόμενων.

– Είστε ηθικά ακέραιος χαρακτήρας δεσποινίς Γουέλς, αυτό είναι αλήθεια. Είναι θεμιτό να υποστηρίζετε τους συνεργάτες σας και να απαρνείστε την αξία των υλικών αγαθών, μα γνωρίζουμε όλοι μας ότι η πρότασή μας δεν μπορεί να σας αφήσει ασυγκίνητη. Πρόκειται για μία νέα μεγάλη πρόκληση στην καριέρα σας, πιο απαιτητική από οποιαδήποτε έχετε αντιμετωπίσει έως τώρα.

Ο μαυροφορεμένος πράκτορας είχε πετύχει διάνα. Ακριβώς αυτό ήταν το ευαίσθητο σημείο της ντετέκτιβ, η οποία, ωστόσο, δε σκόπευε να λάβει μία τόσο κρίσιμη απόφαση μέσα σε λίγα λεπτά. Χρειαζόταν πολύ περισσότερο χρόνο για να σταθμίσει όλους τους παράγοντες και τελικά να καταλήξει σε ένα ασφαλές συμπέρασμα για το τι ήταν καλύτερο για τη ζωή της, καθώς και πιο συμβατό με το χαρακτήρα και την ιδιοσυγκρασία της.

– Μην περιμένετε άμεσα απάντηση. Υπάρχουν πολλά πράγματα που θέλω να σκεφτώ. Άλλωστε, δεν υπάρχει περίπτωση να αφήσω την ηγεσία του τμήματός μου χωρίς να έχω κλείσει όλες τις τρέχουσες υποθέσεις. Ακόμα, λοιπόν, κι αν δεχτώ την πρότασή σας, το FBI θα πρέπει να περιμένει.

Έκανε ό, τι καλύτερο μπορούσε. Έθεσε τους δικούς της όρους, το δικό της χρονοδιάγραμμα. Έτσι, δεν κέρδιζε μόνο το χρόνο που όντως χρειαζόταν για να σκεφτεί καθαρά, αλλά γινόταν και αρμοστής των διαπραγματεύσεων. Η υπεροχή της άρχισε να διαφαίνεται και από τα επόμενα λόγια του πράκτορα που είχε μιλήσει πρώτος.

– Καλώς. Σεβόμαστε τη θέση σας και ελπίζουμε αυτός ο σεβασμός να είναι η αρχή της ευδοκίμησης μίας νέας συνεργασίας.

Και αμέσως μετά οι δύο μαυροφορεμένοι πράκτορες σηκώθηκαν και αποχαιρέτησαν την εμβρόντητη ακόμα υπαστυνόμο. Δεν ήταν και λίγα αυτά που της είχαν συμβεί. Αν κάποιος της έλεγε πριν από λίγα λεπτά ότι θα της προσφερόταν μία τέτοια επαγγελματική ευκαιρία, θα τον θεωρούσε τρελό ή ψεύτη. «Να, όμως, που έγινε.» σκέφτηκε, προσπαθώντας να βάλει σε μια λογική σειρά τις ασύνδετες μεταξύ τους σκέψεις της. Ήταν σκέψεις πολύπλοκες, ανεξέλεγκτες, σε μια εξωφρενική ροή χωρίς τον παραμικρό ειρμό.

Σε καταστάσεις όπως αυτή αισθανόταν την ανάγκη να μιλήσει σε κάποιον δικό της άνθρωπο. Οι στενές της φίλες ήταν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, και δυστυχώς καμιά τους δε ζούσε στο Λος Άντζελες τα τελευταία χρόνια. Ευτυχώς, υπήρχε πάντα στο πλευρό της η αδερφή της, η Ανν. Από τότε που είχαν χάσει και τους δυο γονείς τους, δεν υπήρχε τίποτα που να μπορεί να τις διχάσει. Η ίδια είχε γίνει το πρότυπο και προστάτιδα της μικρής της αδελφής. Η Ανν ήταν πέντε χρόνια νεότερη, όμως πλέον μπορούσε και εκείνη από τη μεριά της να βοηθήσει την Κέιτ στα προβλήματά της και να την υποστηρίξει. Δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά, της τηλεφώνησε.

 

 

Το ίδιο κιόλας βράδυ οι αδελφές Γουέλς συναντιόντουσαν έξω από το αγαπημένο μπαρ της Ανν. Η Κέιτ σπάνια έπινε, μα η συγκεκριμένη περίσταση ήταν πέρα από κάθε αμφιβολία μία από εκείνες που επιδέχονταν αυξημένη κατανάλωση αλκοολούχων ποτών.

– Τα χάλια σου έχεις.

Τα πρώτα λόγια που επέλεξε να εκφέρει η μικρή Γουέλς. Πάντα ευδιάθετη και με χιούμορ, χαρακτηριστικά αντίθετα με εκείνα της μεγάλης της αδελφής.

– Σ’ ευχαριστώ. Τουλάχιστον εγώ κάτι έχω. Εσύ, πάλι, δε βλέπω να έχεις τίποτα πάνω σου.

Όντως η Ανν Γουέλς ντυνόταν πάντα με ιδιαίτερα προκλητικό τρόπο, μολονότι ήταν δασκάλα. Η Κέιτ ήλπιζε, φυσικά, πως μπροστά στους μαθητές της η μικρή της αδελφή υιοθετούσε ένα πιο συντηρητικό στυλ. Βέβαια, η λέξη «συντηρητικό» πιθανότατα δεν εμπεριεχόταν στο λεξιλόγιο της μικρής Γουέλς, η οποία αρεσκόταν να εναντιώνεται σε ό, τι θεωρούσε συμβατικό και κοινώς αποδεκτό. Γιατί να μην μπορεί μία δασκάλα να ντυθεί προκλητικά; Ποιος είναι αυτός που θα τολμήσει να περιορίσει την ελευθερία της στη διαμόρφωση της ταυτότητάς της;

Αυτήν τη φορά, λοιπόν, η Ανν είχε φορέσει μία επιδεικτικά κοντή λευκή φούστα, και από πάνω ένα κολλητό μαύρο μπλουζάκι, αρκετά γενναιόδωρο προς το αδιάκριτο και διψασμένο φύλο. Τα ξανθά της μαλλιά ήταν λυτά, το σκουλαρίκι στη μύτη της σταθερά στη θέση του, ενώ η Κέιτ διέκρινε και ένα καινούριο τατουάζ στο λαιμό της. «Μάλιστα. Δεν της αρκούσαν τα άλλα τέσσερα…» σχολίασε νοερά.

– Τα έχουμε πει αυτά. Είναι καιρός να αρχίσεις και εσύ να αναδεικνύεις τη θηλυκότητά σου.

– Δε χρειάζομαι αυτό το αποκαλυπτικό ντύσιμο ή δέκα στρώσεις μακιγιάζ για να νιώσω όμορφη. Επίσης, δε με ενδιαφέρει η γνώμη αντρών που μας κοιτάζουν σαν αντικείμενα ικανοποίησης. Εσύ που θεωρείς τον εαυτό σου επαναστάτρια, θα έπρεπε πρώτη να αναγνωρίσεις ότι η συγκεκριμένη θεώρηση της θηλυκότητας αποτελεί γνώρισμα της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας.

Κι όλα αυτά τα υποστήριζε μία γυναίκα με ακαταμάχητη φυσική ομορφιά. Η Ανν δε βρήκε κατάλληλη απάντηση, οπότε άλλαξε αμέσως το θέμα της συζήτησης.

– Λοιπόν; Θα μπούμε μέσα ή θα στεκόμαστε εδώ να αναλύουμε τις φιλοσοφικές σου ανησυχίες;

Και χωρίς να ανταλλάξουν άλλη κουβέντα μπήκαν στο μπαρ, μία εστία οχλαγωγίας, άφθονης ροής αλκοόλ και ποιος ξέρει τι ακόμα, ένας χώρος προεργασίας ζευγαρώματος, με τη δυνατή μουσική να υπονομεύει την ουσιαστική συνομιλία και το χαμηλό φωτισμό να εμποδίζει την καθαρή οπτική επαφή. Πήραν τις μπύρες τους και κάθισαν σε ένα άδειο τραπέζι. Από την πρώτη στιγμή η Ανν άρχισε να κοιτάζει ολόγυρα, προφανώς για να εντοπίσει όλα τα ενδιαφέροντα αρσενικά στο οπτικό της πεδίο.

– Με τον Κάιλ πώς τα πάτε;

Έθεσε εσκεμμένα τη συγκεκριμένη ερώτηση στη μικρή της αδελφή, για να της υπενθυμίσει πως ήταν δεσμευμένη, έστω και χωρίς την επισημοποίηση του γάμου. Σε αυτά τα θέματα η Κέιτ ήταν απόλυτη. Από τη στιγμή που αποφάσιζε να συνάψει μία σχέση, παρέμενε απόλυτα πιστή κατά τη διάρκειά της. Το ίδιο δεν ίσχυε και για την Ανν, που είχε μια πιο απελευθερωμένη άποψη για τις σχέσεις μεταξύ αντρών και γυναικών.

– Έλα τώρα Κέιτ! Ζήσε επιτέλους! Αλήθεια, από πότε έχεις να βρεθείς με άντρα;

Εύλογη ερώτηση. Και ιδιαίτερα ευαίσθητη για την υπαστυνόμο, που τον τελευταίο καιρό είχε θυσιάσει την προσωπική της ζωή στο βωμό της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας. Κατά καιρούς αισθανόταν την ανάγκη να ξυπνήσει δίπλα σε έναν άντρα, όμως αμέσως μόλις θυμόταν το στοίχημα που είχε βάλει με τον εαυτό της, η εν λόγω εικόνα διαλυόταν οριστικά.

– Δε σε αφορά αυτό. Επικεντρώσου καλύτερα στις δικές σου ορέξεις. Άλλος είναι ο λόγος που ήθελα να σε δω απόψε.

Η Ανν σεβάστηκε την επιθυμία της μεγάλης της αδελφής. Άλλωστε, ήταν ιδιαίτερα διακριτική. Όποτε καταλάβαινε πως έχει ξεπεράσει τα όρια, έκανε αμέσως πίσω.

– Ωραία, σε ακούω. Στο τηλέφωνο ακούστηκες ιδιαίτερα προβληματισμένη. Συνέβη κάτι στη δουλειά;

Τι άλλο θα μπορούσε να είναι; Όλη η ζωή της Κέιτ επικεντρωνόταν στην καριέρα της και στους φιλόδοξους στόχους που τη συνόδευαν. Η προσωπική της ζωή περιοριζόταν στις συναντήσεις με την αγαπημένη της αδελφή και στις τηλεφωνικές ή διαδικτυακές συνομιλίες με τις στενότερες φίλες της.

– Σήμερα μου συνέβη κάτι εντελώς απρόσμενο. Δέχτηκα μία πρόταση.

– Γάμου;

Αν και ήταν προφανές πως η μικρή Γουέλς αστειευόταν, φάνηκε ταυτόχρονα έκπληκτη, με τρόπο που υποδήλωνε ότι εν μέρει την ερώτησή της την είχε θέσει σοβαρά, αν όχι με σοβαροφάνεια.

– Όχι βέβαια. Ομολογώ, βέβαια, πως μία τέτοια πρόταση θα ήταν προτιμότερη, διότι πολύ απλά θα μπορούσα να αρνηθώ στη στιγμή. Παρ’ όλα αυτά, η πρόταση για την οποία σου μιλάω επιδέχεται βαθιά σκέψη και μελέτη.

– Εξήγησέ μου τότε!

Η αγωνία της μικρής της αδελφής είχε κορυφωθεί, γεγονός απόλυτα λογικό, αφού νοιαζόταν για την Κέιτ όσο για κανέναν άλλο. Ο δεσμός που τις συνέδεε ήταν ξεχωριστός, ανώτερος από κάθε άλλη σχέση που δημιουργούσαν, παρoδική ή σταθερή, ικανός να τις ωθήσει στα άκρα προκειμένου να υπερασπιστούν η μία την άλλη.

– Δε θα το πιστέψεις. Οι πράκτορες του FBI, οι δύο γνωστοί, ξέρεις…

– Πέθαναν;

Δεν μπόρεσε να πνίξει το γέλιο της στο άκουσμα της αθώας αντίδρασης της μικρής της αδελφής. Σπάνια γελούσε, όμως ο συνδυασμός του αλκοόλ και της ευχάριστης παρουσίας της Ανν ήταν αρκετός ώστε να θρυμματίσει το τείχος που υψωνόταν συνήθως στο συγκεκριμένο μέρος του εγκεφάλου της, εκείνο, δηλαδή, που ήταν υπεύθυνο για αυτήν την πιο συναισθηματική πλευρά του χαρακτήρα της.

– Όχι, δεν πέθαναν. Τίποτα κακό δεν τους συνέβη, όχι ότι θα με συγκινούσε κάτι τέτοιο. Όπως σου προανέφερα, άλλωστε, δέχτηκα μία πρόταση. Προφανώς την πρόταση αυτήν μου την έθεσαν οι δύο πράκτορες.

Η Ανν προτίμησε να μην τη διακόψει αυτήν τη φορά, παρά τη χαρακτηριστική παύση της Κέιτ, η οποία προσπαθούσε να βρει τα κατάλληλα λόγια για να περιγράψει το αδιανόητο. «Δεν υπάρχουν σωστά λόγια για την περιγραφή τέτοιων γεγονότων.» διαπίστωσε αναστατωμένη, οπότε είπε το πρώτο πράγμα που της ήρθε στο μυαλό.

– Μου πρότειναν μία θέση στο FBI.

Η αντίδραση της Ανν πρέπει να ήταν ακριβώς ίδια με τη δική της στη συζήτηση που είχε με τους δύο πράκτορες. «Σίγουρα έμεινα κι εγώ με το στόμα ορθάνοιχτο από την έκπληξη.» παραδέχτηκε στον εαυτό της, και δεν ήταν διόλου περήφανη γι’ αυτό. Δυστυχώς, αυτή δεν είχε την πολυτέλεια να πιει ένα ποτήρι μπύρα με μια γουλιά και έπειτα να παραγγείλει άλλο ένα. Ακριβώς αυτό έκανε η Ανν. Αφού κατέβασε και τη δεύτερη μπύρα μονομιάς, προσπάθησε να μιλήσει στη μεγάλη της αδελφή. Ο λόγος της έπασχε στο θέμα της συνοχής, αλλά δεν την κατηγόρησε καθόλου γι’ αυτό.

– Εσύ; Στο FBI; Ποιος θα το έλεγε! Τώρα… Μετά από ό, τι έγινε… Απίστευτο! Τραγική ειρωνεία… Μα τι έκπληξη! Ποιος θα το έλεγε πως… Οι άνθρωποι που σου συμπεριφέρθηκαν τόσο αλαζονικά… Σου προτείνουν να δουλέψεις… Μαζί τους; Γι’ αυτούς;

«Προφανώς γι’ αυτούς.» ήταν η απάντηση στην πιο ουσιαστική από τις ερωτήσεις της Ανν.

– Και εσύ τι απάντησες;

Της αφηγήθηκε τις λεπτομέρειες της συζήτησης, και όλη εκείνη την ώρα η Ανν την παρακολουθούσε με θρησκευτική ευλάβεια, έχοντας ξεχάσει τους επίδοξους εραστές που την περιτριγύριζαν. Μάλιστα, ένας αρκετά εμφανίσιμος νεαρός έκανε το λάθος να της μιλήσει, μόνο και μόνο για να δεχτεί μία απότομη άρνηση. Όταν επρόκειτο για τη μεγάλη της αδελφή, η μικρή Γουέλς αδιαφορούσε για όλο το υπόλοιπο σύμπαν. Τελικά, έθεσε την πιο κρίσιμη ερώτηση.

– Τι σκέφτεσαι να κάνεις τώρα;

Αλήθεια, τι θα αποφάσιζε τελικά η Κέιτ Γουέλς; Θα παρέβλεπε όλα όσα είχαν συμβεί για να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες της; Θα άφηνε πίσω της όλους τους αξιόλογους συνεργάτες της, διακινδυνεύοντας να βρεθεί σε ένα νέο εργασιακό περιβάλλον με δυσχερείς συνθήκες και ανθρώπους ανάξιους της εμπιστοσύνης της; Άξιζε τον κόπο η ελπίδα να αναλάβει επίσημα και πάλι το ανθρωποκυνηγητό του πιο περιβόητου κατά συρροή δολοφόνου; Δεν είχε ιδέα. Στο μυαλό της πραγματοποιούταν εδώ και αρκετές ώρες μία συγκλονιστική μάχη. Το αποτέλεσμά της θα έκρινε καθοριστικά το μέλλον της, και γιατί όχι το μέλλον πολλών ακόμα ανθρώπων που σχετίζονταν άμεσα ή έμμεσα μαζί της.

– Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται να ξεχάσω ποια είμαι. Ξέρεις πολύ καλά τι είναι αυτό που με οδηγεί προς την επιτυχία όλα αυτά τα χρόνια. Και ξέρεις καλύτερα από τον καθένα ποιο είναι το βαθύτερο κίνητρό μου. Επομένως, όπου κι αν βρίσκομαι, στην τωρινή μου θέση ή σε αυτήν που μου πρότειναν σήμερα, ο στόχος μου παραμένει ο ίδιος. Σου έχω δώσει μία υπόσχεση και δε θα βρω τη γαλήνη μέσα μου αν δεν την εκπληρώσω. Την ίδια υπόσχεση, άλλωστε, έχω δώσει και στον εαυτό μου, αλλά και στη μνήμη του πατέρα μας.

Οι δύο αγαπημένες αδελφές κράτησαν δυνατά η μία τα χέρια της άλλης, με μερικά δάκρυα να κάνουν την εμφάνισή τους στα όμορφα πρόσωπά τους. Ήταν μία ξεχωριστή στιγμή για εκείνες, υπερβολικά ιερή για τον περιβάλλοντα χώρο. Αυτή είναι η Κέιτ Γουέλς. Μία επαγγελματίας με υψηλά ιδανικά, ξεχωριστή ευφυΐα, αδαμάντινο χαρακτήρα, αναμφισβήτητο ταλέντο στη δουλειά της, και μια αστείρευτη εσωτερική δύναμη που πηγάζει από την αγάπη της για την οικογένειά της.

Σχολιάστε